- κρυψιγενής
- -έςιατρ. χαρακτηρισμός νόσου ή συμπτώματος τού οποίου η αιτία ή η φύση είναι άγνωστη.[ΕΤΥΜΟΛ. Αντιδάνεια λ., πρβλ. αγγλ. cryptogenic < crypt(o)- (< κρυπτ[ο]-*) + -genie < -geny (< -γενεια < -γενής < γένος)].
Dictionary of Greek. 2013.